Έρευνα: Οικονομικά κίνητρα για αλλαγή βλαβερών για την υγεία συμπεριφορών;

Ένας στους δύο πιστεύουν πως η διαφορική φορολογία, ένα οικονομικό κίνητρο, μπορεί να κινητοποιήσει τον καταναλωτή προς λιγότερο επιβλαβείς συμπεριφορές.

Με την ευκαιρία της συνεδρίας με τίτλο «Μείωση της Βλάβης: Η εφαρμογή στην πράξη και ο αντίκτυπος στη Δημόσια Υγεία» στο πλαίσιο του Πανελληνίου Συνεδρίου για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας 2020, την οποία συντόνισε ο οικονομολόγος Κώστας Αθανασάκης και συμμετείχε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), διεξήχθη έρευνα στους συνέδρους για τα κίνητρα και αντικίνητρα για συμπεριφορές που επηρεάζουν την υγεία, με πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα.

Σημειωτέον, ειδική φορολογία επιβάλλεται για την αντιμετώπιση αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων που συνδέονται με την παραγωγή, χρήση ή κατανάλωση προϊόντων που ρυπαίνουν το περιβάλλον ή εκπομπές αερίων θερμοκηπίου αλλά και θέτουν σε κίνδυνο την υγεία με συνακόλουθη επιβάρυνση του δημόσιου συστήματος υγείας, κ.ά.). Έχει ως στόχο την αποθάρρυνση κατανάλωσης επιβλαβών προϊόντων, αλλά και την παροχή κινήτρων. Απαιτείται ποσοτική εκτίμηση της εξωτερικής της επίδρασης και συνυπολογισμός παραμέτρων, όπως οι ανισότητες, η φορολογική συμμόρφωση και το διοικητικό κόστος.

Η σημασία της ειδικής φορολόγησης στην Ελλάδα είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι σε άλλα κράτη, καθώς, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2017, 18,4% των εσόδων από τους φόρους κατανάλωσης προέρχονταν από τους ειδικούς φόρους, ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Ο σχεδιασμός των πολιτικών ειδικής φορολόγησης και παροχής φορολογικών κινήτρων ή επιδοτήσεων είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τον περιορισμό αρνητικών εξωτερικοτήτων ή βλαβών, ενώ επιπλέον η διαφορική φορολόγηση μπορεί να προωθήσει τη ζήτηση σε λιγότερο επιβλαβή προϊόντα.

Αυτός είναι και ο λόγος που ρωτήσαμε τους συνέδρους τη γνώμη τους για το αν η διαφορική φορολογία μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για την υιοθέτηση λιγότερο βλαβερών για την υγεία συμπεριφορών. Στην ερώτηση αν η φορολογική πολιτική θα πρέπει να παρέχει κίνητρα στη βιομηχανία ώστε να ενθαρρύνει την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων που περιορίζουν τις αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις ή και βλάβες σε σύγκριση με την υφιστάμενη κατάσταση, και να συμβάλουν στην προάσπιση της υγείας και τον έλεγχο της δημόσιας δαπάνης υγείας, η αντίδραση ήταν πολύ θετική. 79% των συνέδρων απάντησαν ότι πρέπει να παρέχονται φορολογικά κίνητρα στη βιομηχανία.

Ποσοστό 59% των συνέδρων πιστεύουν ότι η εφαρμογή διαφορικής φορολογίας μπορεί να κατευθύνει και τον καταναλωτή προς λιγότερο επιβλαβή υποκατάστατα προϊόντα, στον τομέα της ενέργειας, όπως για παράδειγμα τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.

Το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 41% όταν η ερώτηση αφορά το κάπνισμα και τα λιγότερο επιβλαβή υποκατάστατα προϊόντα, στον τομέα των προϊόντων νικοτίνης (ηλεκτρονικά τσιγάρα ή τα προϊόντα θέρμανσης του καπνού), ενώ ανέρχεται σε 48% όταν πρόκειται για είδη διατροφής και σε 45% για αλκοολούχα ποτά. Σε κάθε περίπτωση, ένας στους δύο συνέδρους πιστεύουν ότι η διαφορική φορολογία, δηλαδή ένα οικονομικό κίνητρο, μπορεί να κινητοποιήσει τον καταναλωτή προς συμπεριφορές λιγότερο επιβλαβείς. Στην ερώτηση αν η εφαρμογή πολιτικής για τη μείωση της βλάβης από τους μείζονες παράγοντες κινδύνου για την υγεία θα είναι αποτελεσματική στη χώρα μας, το ποσοστό αποδοχής είναι 40%, για το κάπνισμα 42%, ενώ για την παχυσαρκία 37%.

Στην αξιολόγηση των προτεραιοτήτων της πολιτείας για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής για την υγεία, οι σύνεδροι έδωσαν την υψηλότερη προτεραιότητα στην αγωγή υγείας και την πρόληψη ως πολιτικές επιλογής για την προάσπιση της υγείας, με τα μέτρα μείωσης κινδύνου/βλάβης να ακολουθούν, ενώ το κανονιστικό πλαίσιο και η ειδική φορολογία κατανάλωσης έλαβαν χαμηλότερη βαθμολογία.

Αντίστοιχα, αναφορικά με το κάπνισμα υψηλότερη προτεραιότητα και πάλι έχουν η ενίσχυση της αγωγής υγείας και η πρόληψη, και ακολουθούν τα μέτρα μείωσης κινδύνου/βλάβης ως δεύτερη επιλογή, και τελευταία η αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου και την εφαρμογή ειδικής φορολογίας κατανάλωσης.

Στην περίπτωση υιοθέτησης μιας πολιτικής για τη αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, υψηλότερη προτεραιότητα δόθηκε στην αγωγή υγείας και την προώθηση της φυσικής άσκησης, ενώ οι πολιτικές οικονομικού περιεχομένου έλαβαν χαμηλότερη βαθμολογία.

Δείτε τα αναλυτικά αποτελέσματα της έρευνας εδώ:

ΕΡΕΥΝΑ