Κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις της πανδημίας: ο αναγκαίος ανασχεδιασμός της δημόσιας υγείας

 

Κατά την επίσημη έναρξη του Συνεδρίου, την κεντρική ομιλία με θέμα «Κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις της πανδημίας: ο αναγκαίος ανασχεδιασμός της δημόσιας υγείας» απηύθυνε ο Ηλίας Μόσιαλος, Καθηγητής Πολιτικής της Υγείας και Διευθυντής του Τμήματος Πολιτικής της Υγείας, The London School of Economics and Political Science.

Ο πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου, καθηγητής Γιάννης Κυριόπουλος, προλόγισε την ομιλία, επισημαίνοντας ότι οι επιστήμονες που ασχολούνται με τις πολιτικές της υγείας δέχθηκαν ισχυρό αιφνιδιασμό & τράνταγμα από την πανδημία, η οποία έχει θέσει επιτακτικά το αίτημα του ανασχεδιασμού της δημόσιας υγείας, σημαίνοντας την ώρα για μεταρρυθμίσεις. Ο κ. Κυριόπουλος αναφέρθηκε στον σημαντικό ρόλο του κ. Μόσιαλου ως εκπροσώπου της χώρας στην ΕΕ για τη διαχείριση της πανδημίας, και στη συμβολή του με την εισήγηση της κοινής διαχείρισης του εμβολίου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για όλες τις χώρες μέλη.

Διδάγματα από την πανδημία

Ο κ. Μόσιαλος στο πρώτο μέρος της ομιλίας του αναφέρθηκε στο τι μάθαμε από την πανδημία σε διεθνές επίπεδο. Από τη διαχείριση της πανδημίας διδαχθήκαμε, λοιπόν, ότι η διαφάνεια είναι ζωτικής σημασίας. Με την πολιτική της Κίνας που απέκρυψε στοιχεία για την εξάπλωση του ιού χάθηκε πολύτιμος χρόνος, ενώ φάνηκε, ότι οι χώρες που αναγνώρισαν το πρόβλημα και δεν υποτίμησαν την πανδημία, είχαν καλύτερα αποτελέσματα (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα). Χρειαζόμαστε ενιαίες απαντήσεις σε πανδημίες και όχι διαφορετικές στρατηγικές: συγκεκριμένα η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στη διαχείριση της δημόσιας υγείας. Πανευρωπαϊκά, συγκλόνισε το γεγονός ότι 2 μεγάλες χώρες της ΕΕ απαγόρευσαν την εξαγωγή αναγκαίων υλικών για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, είπε ο κ. Μόσιαλος, και παρατήρησε ότι στο πεδίο της οικονομίας η ΕΕ λειτούργησε περισσότερο ενωτικά.

Είναι παράδοξο, σχολίασε ο κ. Μόσιαλος, το ότι τα παγκόσμια ασφαλιστικά ιδρύματα και οργανισμοί, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, και τα χρηματοδοτικά τους εργαλεία δεν ενεργοποιήθηκαν με την κρίση αυτή -που πλήττει πολλούς τομείς, από την υγεία, την οικονομία, τις κοινωνικές σχέσεις- γιατί οι όροι είναι δυσμενείς. Αντίθετα, οι όροι είναι ευνοϊκοί για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Έτσι, τίθεται ένα ζήτημα αναθεώρησης αυτού του συστήματος για την κάλυψη πανδημιών, καθώς η επόμενη δεν θα αργήσει να έρθει, όπως επισήμανε ο ομιλητής.

Ό,τι μάθαμε για τις θεραπείες έναντι της Covid-19, τόνισε ο κ. Μόσιαλος, προέρχονται από δύο μεγάλες μελέτες, τη Recovery Trial, από το δημόσιο σύστημα υγείας της Μ. Βρετανίας, και τη Solidarity Trial (της ΠΟΥ), και διεξάγονται πάνω από 2.000 κλινικές δοκιμές παγκοσμίως. Αυτό μας δείχνει, όμως, πόσο απαραίτητο είναι να έχουμε έναν κοινό ευρωπαϊκό χώρο για τα δεδομένα. Στην περίπτωση των εμβολίων, αντίθετα, είχαμε μεγάλη κινητοποίηση κεφαλαίων διεθνώς και συνεργασία που έφερε ένα θαυμάσιο αποτέλεσμα, 3 εμβόλια μεγάλης αποτελεσματικότητας αρχικά, και άλλα 10 να έπονται.

Ο ομιλητής έκανε μια σύγκριση μεταξύ του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ, που εποπτεύεται από την Κεντρική Τράπεζα. Έχοντας μάθει πολλά από τις οικονομικές κρίσεις, ο χρηματοπιστωτικός τομέας κάνει δοκιμές στις αντοχές των συστημάτων, ενώ δεν έχουμε κάνει ποτέ κάτι τέτοιο για τις αντοχές των συστημάτων υγείας. Μήπως αυτό πρέπει να γίνει, και όπως οι τράπεζες υποχρεώνονται να κάνουν δομικές αλλαγές μετά τις δοκιμές, να έχουμε κάτι ανάλογο στα συστήματα υγείας από εδώ και πέρα;

Ένα συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε, είπε ο κ. Μόσιαλος, είναι πως σήμερα υπάρχουν ευκαιρίες για την εισαγωγή νέων προσεγγίσεων, όπως η χρήση ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης (AI), σε αυτή και σε μελλοντικές αποκρίσεις σε πανδημίες. Ωστόσο, παρατηρούμε δύο αντικρουόμενες καταστάσεις κατά τη διαχείριση της πανδημίας: ότι έγινε χρήση της τεχνολογίας για ερευνητικούς σκοπούς (όπως για τα εμβόλια και τις θεραπείες), καθώς και στην τηλε-εργασία και στην εκπαίδευση, από την άλλη πλευρά όμως, δεν αξιοποιήθηκαν οι τεχνολογίες αιχμής όπως η ρομποτική ή η τεχνητή νοημοσύνη στον περιορισμό της πανδημίας.

Αντιμετωπίζουμε όμως και μια πανδημία υπερ-πληροφόρησης, κακής πληροφόρησης και αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα στη διαχείριση των πανδημιών, επισήμανε ο κ. Μόσιαλος. Δεν υπάρχει μόνο η παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο από αμφισβητίες και αρνητές της ύπαρξης του ιού, αλλά και οι θέσεις που εκφράστηκαν από επιστήμονες, οι οποίοι ειδικά στην αρχή, υποτίμησαν το πρόβλημα. Αυτό αποτέλεσε τη βάση για περαιτέρω αμφιβολίες για το τι είναι αυτή η πανδημία.

Οι πολιτικοί λαμβάνουν αποφάσεις και μέτρα με βάση τη διαθεσιμότητα και την εγκυρότητα των δεδομένων και τους παράγοντες συμπεριφοράς. Όμως, η λήψη αποφάσεων για την απόκριση στην πανδημία, τους πρώτους μήνες, στηρίχθηκε στη μοντελοποίηση, αγνοώντας άλλες σημαντικές παραμέτρους, όπως παράγοντες συμπεριφοράς, οι πολιτικές επιστήμες, η κοινωνιολογία, η ανθρωπολογία, που είναι απαραίτητες για την κατανόηση της συμπεριφοράς των ομάδων του πληθυσμού απέναντι στα μέτρα. Γνωστικές προκαταλήψεις και προκαταλήψεις επιβεβαίωσης επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων. Τελικά όμως, οι πολιτικές αποφάσεις βασίζονται σε αξίες, και η ηθική διάσταση είναι ενδογενής για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και δεν μπορούν να βασίζονται μόνο σε τεχνικές συμβουλές.

Οι πολιτικές κατευθύνσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας ήταν διαφορετικές, είπε ο κ. Μόσιαλος. Κάποιες χώρες φάνηκε αρχικά ότι αποτελούσαν εξαιρέσεις, όπως η Σουηδία, η Ολλανδία και η Μ. Βρετανία. Ο ομιλητής αναφέρθηκε στη χαρακτηριστική περίπτωση της Σουηδίας, η οποία χρησιμοποίησε τα δεδομένα της χώρας -τα οποία είναι πολύ διαφορετικά από αυτά της Ελλάδας- και οδηγήθηκε στη λήψη αποφάσεων που ήταν σωστές για τη συγκεκριμένη χώρα. Οι αποφάσεις σε κάθε χώρα συνδέονται με τις δυνατότητές της, δεν μπορούν να αποτελούν συγκερασμό των καλύτερων χαρακτηριστικών και πρακτικών από διάφορες χώρες, κατέληξε.

Οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις και προκλήσεις της πανδημίας

Στο δεύτερο μέρος της ομιλίας του, ο κ. Μόσιαλος αναφέρθηκε στις τρομακτικές -όπως τις χαρακτήρισε- οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις και προκλήσεις της πανδημίας όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως.

Στις αναπτυσσόμενες χώρες, το δημόσιο χρέος έχει εκτοξευθεί, αλλά και οι τιμές των υλικών που εξάγουν να έχουν πέσει, με μεγάλο δημοσιονομικό αντίκτυπο. Θα δούμε και στην Ελλάδα ποιες θα είναι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις, υπολογίζοντας βέβαια και τη βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη χρήση αυτών των πόρων που θα κάνει χώρα. Πρώτο κριτήριο είναι η επανεκκίνηση της οικονομίας, αλλά τίθεται και το ζήτημα των ανταγωνιστικών προτεραιοτήτων της οικονομίας, επισήμανε ο ομιλητής. Οι επενδύσεις πρέπει να γίνουν εκεί όπου υπάρχει η μέγιστη ανταπόκριση των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, αλλά όχι σε βάρος των ανισοτήτων που ήδη υπάρχουν (και έχουν διευρυνθεί με την πανδημία). Δηλαδή, χρειάζονται μεταρρυθμίσεις ώστε να έχουμε παράλληλα καλύτερη οικονομία και καλύτερο κράτος πρόνοιας, τόνισε ο κ. Μόσιαλος, κάνοντας έκκληση στις πολιτικές ηγεσίες.

Αναφέρθηκε επίσης, στην ανάγκη αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, που -όπως είπε- μπορεί να ακούγεται σαν κάτι απειλητικό, η εμπειρία από την πανδημία έδειξε όμως, ότι η τηλε-εργασία δουλεύει, και έχει σώσει μέρος της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, υπάρχουν προκλήσεις σε αυτές τις νέες εργασιακές συνθήκες χωρίς φυσική παρουσία: μπορεί να υπάρχει ευελιξία στον χρόνο, αλλά πρέπει να διασφαλιστεί η ύπαρξη ισχυρού συστήματος ασφαλιστικής κάλυψης, η οποία να τροφοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό από τη φορολογία και όχι πλέον από εισφορές εργοδοτών–εργαζομένων.

Περνώντας στις βασικές προκλήσεις για τα δικαιώματα και τη δημοκρατία που θέτει η αντιμετώπιση της πανδημίας, ο κ. Μόσιαλος έθεσε το ερώτημα του μέχρι πού φθάνουν τα αποδεκτά όρια της παρακολούθησης ατομικών συνηθειών, χωρίς να καταπατώνται θεμελιώδη δικαιώματα. Τα ζητήματα αυτά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διεπιστημονικής συζήτησης, ενόψει μελλοντικών πανδημιών.

Όσον αφορά την έρευνα και ανάπτυξη, μάθαμε από αυτή την πανδημία ότι, όπου συνεργάζονται επιστήμονες, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας, μπορούμε να πετύχουμε θαύματα -και αυτό έγινε με τα εμβόλια. Το μήνυμα που λαμβάνουμε για το μέλλον είναι ότι οι ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να δώσουν κατευθύνσεις και κίνητρα για επενδύσεις στη φαρμακοβιομηχανία και τη βιοϊατρική τεχνολογία για την κάλυψη των “unmet needs”, δηλαδή, των αναγκών σε φάρμακα ή εμβόλια σε νοσολογικές κατηγορίες που στερούνται λύσεων.

Όσον αφορά το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, ο κ. Μόσιαλος τόνισε πως δεν υπάρχουν περιθώρια. Στο περιβάλλον, αν φτάσουμε στο παρά πέντε, είπε, δεν έχουμε τη δυνατότητα για εμβόλια. Οι κυβερνήσεις χρειάζεται να πάρουν γενναίες αποφάσεις για την πράσινη οικονομία, υπογράμμισε. Με την κλιματική αλλαγή συνδέεται και η εσωτερική μετανάστευση, η οποία αποτελεί τεράστιο ζήτημα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Με την εσωτερική μετανάστευση σε μεγαλουπόλεις -που την επόμενη 20ετία θα ξεπεράσουν τα 10 έως και 50 εκατ. κατοίκους σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, ή η Νιγηρία και η Αιθιοπία στην Αφρική-, επισήμανε ο κ. Μόσιαλος, δημιουργείται ένα εκρηκτικό υγειονομικό μίγμα ανθρώπων και ζώων με μεγαλύτερες δυνατότητες μετάδοσης νόσων από τα ζώα στους ανθρώπους, αυξάνοντας τις πιθανότητες για τοπικές επιδημίες που μπορούν να εξελιχθούν σε πανδημίες.

Ο κ. Μόσιαλος αναφέρθηκε στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κατέθεσε τις απόψεις του για το τι θα έπρεπε να γίνει όσον αφορά τις επιλογές πολιτικής σε τέσσερα πεδία δράσης: την κοινωνική επιδημιολογία και επιδημιολογία της μικροβιακής αντοχής, την κοινωνική και συμπεριφορική αλλαγή, την υγεία και υγειονομική περίθαλψη και την οικονομία. Έχουν ανακοινωθεί μια σειρά από πολιτικές με αφορμή την πανδημία, όπως ενίσχυση του ECDC, τα κοινά δεδομένα για την ΕΕ, η ίδρυση ενός EU Health Emergency Response Authority, κ.α., που είναι σε σωστή κατεύθυνση, αλλά χρειάζεται στρατηγικός σχεδιασμός, τόνισε ο ομιλητής.

Σε αυτή την πανδημία μάθαμε πολλά για τα «υποκείμενα νοσήματα», και πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ενώ τα ποσοστά της πολυνοσηρότητας αυξάνονται με την ηλικία, ο πραγματικός αριθμός ατόμων με πολυνοσηρότητα είναι υψηλότερος στις νεότερες ηλικίες. Έτσι, θα πρέπει να γίνει κατανοητό από τους ιθύνοντες ότι οι επενδύσεις στο σύστημα υγείας δεν γίνονται μόνο για τους ηλικιωμένους, αλλά και για νεότερους, δηλαδή τις παραγωγικές πληθυσμιακές ομάδες˙ και όταν αυτές οι ομάδες έχουν πρόβλημα, οι επιπτώσεις στην οικονομία θα είναι μεγαλύτερες.

Ο κ. Μόσιαλος ανέφερε μια σειρά προκλήσεων για το σύστημα υγείας από ασθενείς με πολυνοσηρότητα. Το πρόβλημα με την παρεχόμενη φροντίδα σε αυτούς τους ασθενείς, έγκειται στο σύστημα υγείας, κατέληξε. Όπως είπε, το σύνολο της ιατρικής σήμερα είναι χειρότερο από τους επιμέρους κλάδους της ιατρικής. Σύμφωνα με τον ομιλητή, χρειάζεται μια επαναθεμελίωση του συστήματος υγείας, που να προλαβαίνει τα προβλήματα και να μην λειτουργεί πυροσβεστικά, όπως σήμερα. Έθεσε ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα όσον αφορά τα υφιστάμενα συστήματα υγείας και επισήμανε την ανάγκη για περισσότερη τεκμηρίωση, ιατρική που να ανταποκρίνεται στα προβλήματα των ασθενών, μεγαλύτερη ασφάλεια, συστήματα ποιότητας, καλύτερα εργασιακά πρότυπα, καλύτερη την επικοινωνία με τους ασθενείς.

Ανάγκες του ελληνικού συστήματος υγείας

Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Μόσιαλος ανέλυσε τις ανάγκες του ελληνικού συστήματος υγείας, και κατέθεσε τεκμηριωμένες προτάσεις. Στο δυσμενές περιβάλλον της πανδημίας έγιναν προσπάθειες για να γίνει ό,τι ήταν δυνατό με βάση τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας και αυτές του ελληνικού δημόσιου τομέα στο σύστημα υγείας, -ένα σύστημα που η χώρα δεν είχε κατορθώσει να αλλάξει ριζικά εδώ και 40-50 χρόνια, είπε ο ομιλητής. Οι προσαρμογές που έπρεπε να έχουν γίνει την προηγούμενη δεκαετία, δεν ήταν εύκολο να γίνουν λόγω της κρίσης στη χώρα. Τι πρέπει να γίνει στο σύστημα υγείας στην Ελλάδα, στη μετά την πανδημία εποχή;

Ένα κύριο ζήτημα είναι ο ρόλος του υπουργείου υγείας, το οποίο «κάνει τα πάντα», παρατήρησε ο κ. Μόσιαλος. Πρέπει οι ρόλοι να διαχωριστούν και το Υπουργείο να είναι ο στρατηγικός σχεδιαστής του συστήματος υγείας, οι ρυθμιστικές αρχές να έχουν αυτόνομο ρόλο (κάποιες υπό την εποπτεία του). Ο ΕΟΠΥΥ πρέπει να μετατραπεί σε ένα πραγματικό ασφαλιστικό ταμείο και να είναι ο κεντρικός φορέας για την ψηφιοποίηση των δεδομένων του δημόσιου αλλά και του ιδιωτικού τομέα, στο πλαίσιο ενός συστήματος απόλυτης διαφάνειας.

Ο ρόλος της δημόσιας υγείας και της πρόληψης, είναι ευθύνη και των επιστημόνων στην Ελλάδα, να λάβει τις διαστάσεις που πρέπει, να μην είναι πλέον ο «φτωχός συγγενής» της ιατρικής περίθαλψης και να αναδειχθεί ως πεδίο διεπιστημονικής προσέγγισης των θεμάτων. Αυτό δεν έγινε στη διαχείριση της πανδημίας στη χώρα, η οποία ήταν «μονοτεχνική» -όπως είπε ο κ. Μόσιαλος. Έγινε από μια πολύ αξιόλογη επιτροπή εμπειρογνωμόνων -σχολίασε- από την οποία όμως έλειπαν κλασικά συστατικά στοιχεία της δημόσιας υγείας (από τις επιστήμες της συμπεριφοράς, της κοινωνιολογίας, των μεγάλων δεδομένων, ή της ανθρωπολογίας).

Ένα σύγχρονο σύστημα υγείας δεν μπορεί να υφίσταται χωρίς μια πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, βασισμένη στα νέα επιδημιολογικά πρότυπα και χρονίων νοσημάτων, συμπλήρωσε ο ομιλητής. Η ΠΦΥ θα πρέπει να έχει ολιστική κατεύθυνση, με επίκεντρο τον γενικό ιατρό αλλά πλαισιωμένο από ειδικότητες.

Πρόβλημα για το σύστημα υγείας, κατά τον κ. Μόσιαλο, συνιστούν και τα νοσοκομεία, ιδιαίτερα στην Αττική, που έχουν σχεδιαστεί με προδιαγραφές που δεν ανταποκρίνονται στη σύγχρονη πραγματικότητα. Είναι απαραίτητος ο επανασχεδιασμός σύγχρονων νοσοκομείων κυρίως στην Αθήνα, ενώ στην περιφέρεια, είναι μεγάλης σημασίας η στελέχωσή τους. Η μεταρρύθμιση του συστήματος θα χρειαστεί χρόνο, για να φτάσουμε σε ένα ενιαίο, όχι κατακερματισμένο σύστημα υγείας.

Τέλος, τα προγράμματα σπουδών Ιατρικής στην Ελλάδα, είπε ο κ. Μόσιαλος, δεν είναι ενιαία, με κάθε σχολή να λειτουργεί ανεξάρτητα. Από τα προγράμματα αυτά λείπουν θεμελιώδη μαθήματα, επισήμανε, όπως η δημόσια υγεία, η επιδημιολογία κ.α. Η ενιαία αντιμετώπιση της εκπαίδευσης, πρότεινε να συμπεριλάβει όχι μόνο τις Ιατρικές σχολές, αλλά και Φαρμακευτικές, Μαιευτικές, Οδοντιατρικές, όλες τις ειδικότητες του τομέα της υγείας. Το κοινό εκπαιδευτικό πρόγραμμα να στηρίζεται στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, δημόσια υγεία, στατιστική, επιδημιολογία και διεπιστημονική συμπεριφορά. Το μέλλον του ΕΣΥ και της αναδιάρθρωσης του συστήματος δημόσιας υγείας είναι η επαναφορά στον άνθρωπο, κατέληξε.

Ο κ. Κυριόπουλος ευχαρίστησε τον ομιλητή για μια «τοιχογραφία της ιατρικής περίθαλψης στον κόσμο και στη χώρα μας» και ξεχώρισε μερικές προτεραιότητες στην πολιτική υγείας στη χώρα μας αλλά και διεθνώς, από την ομιλία. Επισήμανε την παραλυτική στάση των διεθνών οργανισμών ως προς την πανδημία και τη σιωπή των οργανισμών για τη θέσπιση ενός πλαισίου υγειονομικής ασφάλειας και ενημέρωσης. Κατά δεύτερον, τόνισε την έλλειψη αλληλεγγύης στην Ευρώπη κατά την πανδημία (αναφορικά με το υγειονομικό υλικό). Μεγάλη σημασία έχει η αναγκαιότητα μιας σοβαρής και τεκμηριωμένης παρέμβασης του κράτους στον αντίποδα των φαινομένων λαϊκισμού, καθώς τα ζητήματα αυτά θα μας απασχολήσουν και στο μέλλον, είπε ο κ. Κυριόπουλος. Η πολιτική ιδεολογία θα εκφέρεται και στα θέματα της υγείας, όλο και περισσότερο, σχολίασε. Ένα θέμα που έχει μεγάλη σημασία είναι η διάσπαση της ιατρικής περίθαλψης, πρόσθεσε, την οποία βλέπει κανείς και σε λειτουργικό επίπεδο στα νοσοκομεία, ενώ η «ολοκληρωμένη φροντίδα» είναι πολύ μακριά από την καθημερινή πρακτική. Τέλος, υπογράμμισε την προτεραιότητα που έθεσε ο κ. Μόσιαλος στην επένδυση στο διανοητικό κεφάλαιο στον τομέα της υγείας, καθώς η μεγάλη παραγωγική δύναμη στα συστήματα υγείας είναι ο ανθρώπινος νους και υποστήριξε την πρόταση του κ. Μόσιαλου για με ένα ελάχιστο curriculum στις ιατρικές σχολές που να περιλαμβάνει τη συμπεριφορική επιστήμη, τη δημόσια υγεία, την πρωτοβάθμια, τη διαχείριση των δεδομένων, την ενιαία υγεία.